- δείκτης
- Αυτός που δείχνει· κάθε όργανο μέτρησης που χρησιμεύει για να δείχνει· ένας ενδεικτικός αριθμός.
(Ανατ.) Το δεύτερο, μετά τον αντίχειρα, δάχτυλο του χεριού του ανθρώπου, που ονομάστηκε έτσι γιατί συνήθως χρησιμοποιείται για να δείχνει.
(Μαθημ.) Δ. ονομάζεται το διακριτικό σημείο (σύμβολο ή αριθμός) που επισυνάπτεται σε μία παράσταση ή σύμβολο, μαθηματικό ή φυσικό, για λόγους ταξινόμησης ή όταν πρόκειται να χρησιμοποιηθεί το ίδιο σύμβολο σε περιπτώσεις ανάλογες αλλά διαφορετικές. Στον τανυστικό λογισμό το ίδιο γράμμα προσδιορίζεται από δύο ή περισσότερους δ., οι οποίοι, ανάλογα με το θεωρούμενο μέγεθος, μπαίνουν κάτω δεξιά ή πάνω δεξιά από το γράμμα (μερικές φορές και αριστερά). Δ. ρίζας, εξάλλου, ονομάζεται ο αριθμός ανάμεσα στα σκέλη ενός ριζικού που καθορίζει την τάξη της ρίζας της υπόριζης ποσότητας. Ο αριθμός αυτός δείχνει ποια είναι η δύναμη στην οποία πρέπει να υψωθεί η ρίζα για να δώσει την ποσότητα κάτω από το ριζικό.
(Στατιστ.) Ο αριθμός που χρησιμοποιείται για τον χαρακτηρισμό ενός ποιοτικού ή ποσοτικού φαινομένου είτε περισσότερων τέτοιων φαινομένων, τα οποία συνδέονται με κάποια λογική έννοια. Ο δ. είναι πάντοτε αριθμός του διαστήματος με άκρα -1,1 ή 0,1· η έννοια του δ. είναι ορισμένες φορές πολύ συγγενής με την έννοια του στατιστικού λόγου.
Μεταξύ των διαφόρων δ. ιδιαίτερα ενδιαφέροντες είναι οι αριθμοδείκτες, οι δ. συγκέντρωσης, εξάρτησης κ.ά.
* * *και δείχτης, ο (θηλ. δείκτρια, η) (AM δείκτης) [δείκνυμι]αυτός που δείχνει κάτινεοελλ.Ι. 1. το δεύτερο δάχτυλο τού χεριού μετά τον αντίχειρα2. μακριά ξύλινη βέργα που χρησιμοποιεί κανείς για να δείχνει σημεία σε χάρτη, παράσταση κ.λπ.3. μεταλλική, συνήθως, βελόνα που δείχνει τη μέτρηση ποσότητας, χρόνου, έντασης ηλεκτρικών μεγεθών κ.λπ. στις υποδιαιρέσεις πλάκας κάποιου οργάνου («οι δείχτες τού ρολογιού»)4. μαθ. αριθμός τοποθετημένος πάνω στο ριζικό μιας ρίζας για να καθορίσει την τάξη τής υπόρριζης ποσότητας5. χημ. αριθμός κάτω δεξιά στο σύμβολο ενός στοιχείου ο οποίος δείχνει τα άτομα που περιέχονται σε κάθε μόριο6. χημ. χημική ουσία που προστίθεται σε εξεταζόμενο υγρό και αλλάζοντας χρωματισμό δείχνει ότι τέλειωσε η αντίδραση7. (ορυκτ.) αριθμός που χρησιμοποιείται για την παράσταση τών κρυστάλλων8. στρ. ο στρατιώτης που χρησιμεύει για τη χάραξη δρομολογίου ή για να καθορίσει το σημείο στο οποίο θα εκτελεστούν ορισμένες διαταγές9. ναυτ. η δεικνύουσα (γραμμή)10. ανθρωπολ. αριθμός που εξάγεται από τη σύγκριση δύο ομοειδών μετρήσεων τού σώματος για τη σύγκριση τών διαστάσεων δύο ή περισσότερων ατόμων («δείκτης θωρακικός»)11. βραχυγραφία ή συμβολική παράσταση λέξεων ή φράσεων για εξοικονόμηση χώρου12. φρ. α) «οδικός δείκτης» — πινακίδα σε διασταύρωση όπου αναγράφονται οι τόποι και οι χιλιομετρικές αποστάσεις στους οποίους οδηγούν οι δρόμοι και δηλώνονται με βέλη οι κατευθύνσειςβ) ναυτ. «δείκτης στροφής» — το μεταλλικό βέλος που δείχνει τον αριθμό των μοιρών της γωνίας στην οποία έχει τεθεί το πηδάλιοII. μαθ. θηλ. δείκτρια, ηκαμπύλη η οποία χαρακτηρίζει ιδιότητα άλλης καμπύλης ή επιφάνειας.
Dictionary of Greek. 2013.